-
1 τετράγωνος
A with four angles, but usu. square, Hdt.1.178, 181, 2.124, Hp.Fract.13; δοκοὶ τ. squared, Th.4.112; ξύλα τ. IG12.313.101, 42(1).108.162, al. (Epid., iv/iii B.C.); τ. ἐργασία, of the Hermes-statues, Th.6.27;πρόσωπον -ότερον Arist.Phgn. 809b16
; κύκλος τετράγωνος ταῖς ἐπιφανείαις a ring with four surfaces, the breadth of the outer and inner equal to the depth of the two sides, Ptol.Alm.5.1 (with the commentary of Procl.Hyp.6.3).2 τὸ τ. a square, Pl.R. 510d, and freq. in Geom., but sts. of any quadrilateral, Arist.Metaph. 1054b2, cf. Hero *Deff.100, Procl. in Euc.p.166 F.b in Tactics, a body of men drawn up in square, X.Lac.12.1;τ. τάξις Th.4.125
.3 τ. ἀριθμός a square number, i.e. a number made up of two equal factors, Pl.Tht. 147e, Phld.Sign.1,15.II metaph., square, i.e. perfect as a square, ;τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα φάναι τετράγωνον Arist.Rh. 1411b27
, cf. EN 1100b21.III ἱμάτιον τ., of the χλαῖνα which hung square, while the χλαμύς took a circular form, Id.Fr. 500; contrasted with the ἡμικύκλιον formed by the Roman toga, Posidon.36 J., App.BC 5.11.2 οἱ ἔμποροι καὶ οἱ τὴν τ. ἐργαζόμενοι perh. those who trade in the ἀγορὰ τετράγωνος, Durrbach Choix d'Inscrr. de Délos 138.IV Adv.- νως Philostr.VA7.42
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τετράγωνος
См. также в других словарях:
Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… … Dictionary of Greek
κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου … Dictionary of Greek
παναμάς — I O Παναμάς καταλαμβάνει το πιο στενό τμήμα του κεντροαμερικανικού ισθμού και προχωρεί σε σχήμα «S» από τη μεθόριο με την Kόστα Pίκα στα δυτικά ώς τη μεθόριο με την Kολομβία στα ανατολικά. Tα πιο διαμήκη σύνορα της χώρας όμως είναι τα φυσικά, που … Dictionary of Greek
Κέα ή Τζια — Νησί (131 τ. χλμ., 2.417 κάτ.) των Κυκλάδων, το δυτικότερο και πλησιέστερο προς την Αττική. Υπάγεται διοικητικά στον νομό Κυκλάδων και πρωτεύουσά του είναι ο οικισμός Ιουλίς (701 κάτ.). Έχει σχήμα επίμηκες, σχεδόν ωοειδές, με ελαφρά νοτιοδυτική… … Dictionary of Greek
Μιστράς — I Βυζαντινή πολιτεία της Πελοποννήσου, έξι χιλιόμετρα ΒΔ της Σπάρτης, ερειπωμένη σήμερα, η οποία στάθηκε στο προσκήνιο της ιστορίας για δύο αιώνες και τα ερείπιά της αποτελούν πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού … Dictionary of Greek